Ο έλεγχος της ευθυβολίας του όπλου μας – Μέρος Α’


DSC00318Αφορμή για να γράψω το σημερινό άρθρο αποτέλεσε η συνομιλία που είχα μ’ έναν παλιό κυνηγό και οπλόφιλο, ο οποίος μου παραπονέθηκε για το εξής. Δοκίμαζε ένα όπλο πολύ καλής ποιότητας, γνωστού εργοστασίου, σε χαρτόνια διαστάσεων 80Χ80 εκ. στα 35 μ., για να διαπιστώσει την συγκέντρωση των καννών του, όταν αντελήφθη το εξής παράδοξο. Αλλάζοντας κάθε φορά χαρτόνι μετά την βολή, παρατήρησε ότι τα κέντρα της τουφεκιάς ήταν αριστερά και μερικές φορές λίγο κάτω, σε βαθμό που η μισή σχεδόν τουφεκιά έβγαινε εκτός χαρτονιού. Μπερδεύτηκε σε τέτοιο βαθμό – σκεπτόμενος διάφορες αιτίες και κάνοντας υποθέσεις – που έφτασε πανικόβλητος να πουλήσει όσο-όσο το όπλο του.

Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η μελέτη της τουφεκιάς στον πίνακα είναι μια λεπτή εργασία και πολύ πιο δύσκολη απ’ όσο μερικοί νομίζουν.

Κατ’ αρχήν χωρίζεται σε δύο τελείως διαφορετικές διαδικασίες, που θα ήταν χρήσιμο να γίνει κατανοητό πότε κάνουμε τη μία και πότε κάνουμε την άλλη.

Την πρώτη την κάνουμε για να διαπιστώσουμε την ευθυβολία του όπλου μας, ότι δηλαδή τουφεκίζει στο σημείο που σημαδεύουμε και τη δεύτερη για υπολογισμό της απόδοσης του τσοκαρίσματος σε σχέση με το φυσίγγι που μας ενδιαφέρει σε μία συγκεκριμένη απόσταση. Μάλιστα, αν θέλουμε να γίνουμε απολύτως αντικειμενικοί στον προσδιορισμό μας, θα πρέπει κανονικά την πρώτη να την διαχωρίσουμε σε δύο ξεχωριστές δοκιμές. Μία που θα μας διαβεβαιώσει ότι οι κάνες ρίχνουν ίσια και μία για το αν η εφαρμογή του κοντακίου στο σώμα μας είναι απόλυτη. Εμφανίζονται λοιπόν τρεις διαφορετικοί τύποι ελέγχου της τουφεκιάς που βγάζει το όπλο μας. Μέχρι σήμερα, αυτοί οι τρεις τύποι ελέγχου δεν έχουν παρουσιαστεί αναλυτικά από κανένα ελληνικό περιοδικό. Πιο παλιά, όταν εκδιδόταν το περιοδικό «Κυνήγι και Σκοποβολή» είχε γίνει μία συνοπτική παρουσίαση της μίας εκ των τριών μεθόδων, που αφορούσε την εφαρμογή της σωστής κλίσης πέλματος του κοντακίου (pitch) στον ώμο του κυνηγού. Θα προσπαθήσουμε λοιπόν να δώσουμε την πλήρη διάσταση σε μία αναλυτική παρουσίαση του σημαντικού κεφαλαίου, που αφορά την ευθυβολία του κυνηγετικού μας όπλου.

Θα ξεκινήσουμε λοιπόν με την δοκιμή για το αν η κάννη ή οι κάννες (σε δίκαννο) ρίχνουν στο ίδιο σημείο, δηλ. εκεί που εμείς την κατευθύνουμε. Γι αυτή τη δοκιμή θα χρειαστούμε φύλλα χαρτιού διαστάσεων 1Χ1 μ. και χρήσιμο είναι να προμηθευτούμε το καφέ χαρτί περιτυλίγματος σε ρολό. Τοποθετούμε πάνω σε ξύλινο ταμπλό ή στηρίζουμε το φύλλο του χαρτιού σε πλαίσιο στο ύψος ανθρώπου (προσωπικά, όταν κάνω την συγκεκριμένη δοκιμή για κάποιο όπλο, τραβάω μία οριζόντια γραμμή με χοντρό μαρκαδόρο λίγο κάτω από τη μέση του τετράγωνου φύλλου. Αυτό γιατί πολλά από τα σημερινά όπλα έχουν την τάση να ψιλοτουφεκίζουν»). Στην άκρη του χαρτιού σημειώνουμε τις πληροφορίες της δοκιμής, δηλ. αν ρίξουμε την κάτω ή την πάνω κάννη, την δεξιά ή την αριστερή (για αυτογεμές είναι περιττό), το τσοκάρισμα που διαθέτει η κάνη και προαιρετικά το νούμερο των σκαγιών που διαθέτει το φυσίγγι που θα ρίξουμε. Το πιο σημαντικό στοιχείο που πρέπει να προσέξουμε είναι η απόσταση που εμείς θα ρίξουμε. Ιδανική απόσταση είναι τα 18 μ., με ελάχιστη τα 16 μ. και μέγιστη τα 20 μ. Απόσταση μεγαλύτερη των 20 μ. δεν μας δίνει την απαιτούμενη πυκνότητα στο κέντρο για να εξάγουμε βέβαιο συμπέρασμα. Σε αυτό έρχεται να προστεθεί και ο φόβος του σκοπευτικού σφάλματος, που μπορεί κάποιος να κάνει. Εδώ βοηθάει η οριζόντια γραμμή που έχουμε χαράξει πάνω στο χαρτί και που πρέπει να είναι ευδιάκριτη στην απόσταση των 18 μ. Πριν ρίξετε βέβαια, να φροντίσετε πίσω από το χαρτί να μην υπάρχει μεταλλική επιφάνεια που να μπορεί να εξοστρακίσει σκάγια και γενικά να φροντίσετε για την ασφάλεια της βολής σας.

Στην συγκεκριμένη δοκιμή θα βοηθήσει πολύ το να διαθέτει η ρίγα μας δύο στόχαστρα, δηλ. ένα μπροστά κι ένα λίγο μικρότερο στο μέσον της ρίγας. Αυτό, γιατί όταν θα το επωμίζουμε θα φροντίσουμε να σχηματίζουν τα δύο στόχαστρα τον αριθμό «8», καθώς θα τα βλέπουμε πάνω στη ρίγα, πράγμα που εγγυάται ότι η επώμιση έχει γίνει σωστά. Επωμίζουμε λοιπόν με μία φυσική κίνηση (ούτε πολύ αργή, ούτε πολύ γρήγορη) και μόλις δούμε το στόχαστρο πάνω στην οριζόντια γραμμή που έχουμε σημειώσει, πατάμε την σκανδάλη. Χρειάζεται να ρίξουμε δύο ξεχωριστά φύλλα χαρτιού το λιγότερο για την κάθε κάννη και θα ήταν χρήσιμο να έχουμε έναν φίλο μαζί μας, να πάει εκείνος να αλλάξει τα χαρτιά, ώστε να μην δούμε εμείς που έχει πάει η βολή, προτού τελειώσουμε. Μετά τη δοκιμή, παρατηρούμε προσεκτικά τα φύλλα που τουφεκίσαμε για την κάθε κάννη ξεχωριστά και θα διαπιστώσουμε ότι η πυκνότητα στο κέντρο της τουφεκιάς σε σχέση με την οριζόντια γραμμή που έχουμε χαράξει είναι 50/50. Δηλαδή το 50% των σκαγιών της βολής μας είναι πάνω από τη γραμμή και το υπόλοιπο 50%, κάτω από αυτή. Αυτό είναι ένα ιδανικό όπλο για το κυνήγι του λαγού και γενικά για εδαφόβια θηράματα. Αν τώρα διαπιστωθεί ότι το κέντρο της τουφεκιάς είναι ελαφρώς ψηλότερα της γραμμής κατά 60/40 (δηλ. 60% των σκαγιών πάνω και το 40% κάτω), τότε, όταν θα τουφεκίζουμε με αυτό το όπλο θα πρέπει να φροντίζουμε το θήραμα να «κάθεται» πάνω στη ρίγα μας (στο στόχαστρο). Έχουμε δηλαδή μία πλήρη οπτική εικόνα του στόχου μας που κινείται πάνω από το στόχαστρο, δεν το σκεπάζουμε με αυτό, όπως θα κάναμε με το 50/50. Σήμερα τα πιο πολλά όπλα κυνηγίου, καθώς και τα μοντέλα για την κυνηγετική σκοποβολή (sporting) τουφεκάνε 60/40 και μερικά άλλα 70/30. Βέβαια, το 70% πάνω με το 30% κάτω από την γραμμή στα χαρτιά των δοκιμών μας παραπέμπει σε ένα όπλο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στο τραπ. Ενώ ένα κλασικό τραποντούφεκο στέλνει την τουφεκιά του με ποσοστά 80/20 στο χαρτί μας, ενώ υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις με 90/10. Αυτό σαφώς έχει δημιουργηθεί σκόπιμα, διότι τα «τραποτούφεκα» ρίχνουν σε στόχους που συνεχώς ανεβαίνουν, συνεπώς χρειάζεται ο σκοπευτής να έχει μία συνεχή οπτική επαφή με τον στόχο του, όταν πατά την σκανδάλη. Καταλαβαίνετε, ότι ένα όπλο που «ψιλοτουφεκίζει» βοηθάει έναν σκοπευτή στο τραπ να κάνει σωστά τη δουλειά του, ενώ απεναντίας αν του δίναμε ένα όπλο που «χαμηλοτουφεκίζει», δηλ. 50/50, θα του ήταν άχρηστο. Προσωπικά πιστεύω ότι για κυνηγετική χρήση και κυρίως για φτερωτά θηράματα ένα όπλο που αποδίδει συγκέντρωση βολής 60/40 είναι ότι πρέπει, όπως επίσης σε πολλές των περιπτώσεων (μπεκάτσα) είναι χρήσιμο και το 70/30. Σκεφτείτε πόσες φορές έχετε στο κυνήγι «σκεπάσει» με τη ρίγα του όπλου σας ένα πουλί για να το τουφεκίσετε και μετά σηκώνετε το κεφάλι να δείτε τι έγινε, με αποτέλεσμα η δεύτερη βολή σε περίπτωση αποτυχίας της πρώτης να είναι πολύ δύσκολη. Αυτό δεν συμβαίνει με ένα όπλο που απλώς ψιλοντουφεκίζει και έχουμε μία συνεχή οπτική επαφή με το θήραμα, ακόμη και μετά την αποτυχία της πρώτης για να ρίξουμε τη δεύτερη, χωρίς να «ψάχνουμε» το θήραμα κάτω από την κάννη. Ένας πολύ διάσημος Γάλλος κυνηγός της εποχής του μεσοπολέμου (1925-1935), ο κόμης Κλαρύ έλεγε συνεχώς στους φίλους του «σημαδεύετε ψηλά και εμπρός» γιατί όλα εκείνα τα όπλα της εποχής του χαμηλοτουφέκιζαν και δεν είχαν την κατασκευαστική φιλοσοφία του σήμερα, η οποία στηρίζεται στην κυνηγετική σκοποβολή (sporting). Αυτό που θα πρέπει να ξέρετε είναι ότι αυτό που θα δείτε καθαρά στο χαρτί στην απόσταση των 18μ. θα είναι το ίδιο και σε μακρύτερες αποστάσεις όπως τα 30 και τα 36 μ. Εκεί που το όπλο θα ρίχνει στα 18 μ. θα ρίχνει και στα 36μ., όμως η διασπορά και η έλλειψη της πυκνότητας των σκαγιών δεν θα μας δώσει τη σαφή εικόνα για ένα αντικειμενικό συμπέρασμα. Για εκείνους που θα δοκιμάσουν το δίκαννό τους (πλαγιόκαννο ή αλληλεπίθετο) έχω να τους πω να μην ανησυχούν αν τα κέντρα της βολής δύο καννών διαφέρουν λίγο (κάποια εκατοστά) μεταξύ τους. Δεν είναι τόσο σπουδαίο η απόλυτη ταύτιση, ενώ οι μικροδιαφορές είναι συνηθισμένες. Επίσης θα πρέπει να προτιμήσουμε μια μέρα με άπνοια για τη δοκιμή μας, καθώς επίσης και αν κάποια από τις βολές μας νιώσουμε ότι μας «ξέφυγε» τη στιγμή του πατήματος της σκανδάλης καλό είναι να βάλουμε στην άκρη αυτό το χαρτί και να θεωρήσουμε ότι δεν έγινε. Μην αποδίδουμε δικό μας σκοπευτικό σφάλμα στο όπλο.

Αφού λοιπόν διαπιστώσουμε που ρίχνει το όπλο μας και μας ικανοποιεί αυτό για τον τύπο του κυνηγίου που εμείς το προορίζουμε ή τον τύπο του αθλήματος, αν το όπλο προορίζεται για σκοπευτική χρήση, τότε προχωράμε στην επόμενη δοκιμή μας. Αυτή η δοκιμή θα μας αποδείξει ότι το κοντάκι του όπλου μας έχει τις διαστάσεις που πρέπει για εμάς και έρχεται σωστά στο σώμα μας.

(Συνεχίζεται…)