Σκοπευτική αυτοκριτική – Μέρος Α’


DSC02647Κάποτε ένας ασθενής, έχοντας ακούσει πολλά και καλά λόγια για κάποιο εξαίρετο γιατρό, αποφάσισε να τον επισκεφτεί. Ο γιατρός αφού τον εξέτασε εμπεριστατωμένα του εξήγησε ότι για να αποκατασταθεί πλήρως η υγεία του, θα απαιτηθεί μια ακριβή θεραπεία, που μπορεί να πάρει αρκετό χρόνο και μάλιστα με θυσίες από την πλευρά του ασθενή (όχι κάπνισμα, ποτό, κ.λ.π.). Ο ασθενής, εμφανώς προβληματισμένος και δυσαρεστημένος από το αποτέλεσμα της εξέτασης, έφυγε σκεπτόμενος υποτιμητικά για τον γιατρό, θεωρώντας τον υπερβολικό και φιλοχρήματο, ενώ θεώρησε και την εξέταση ασυνήθιστη και λανθασμένη. Οι επόμενες επιλογές είναι οι επισκέψεις σε άλλους «γνωστούς» γιατρούς, που θα προτείνουν αρεστές λύσεις και κυρίως που δεν θα περιλαμβάνουν θυσίες. Όμως και αυτοί ενδόμυχα σχολιάζουν δυσμενώς αυτού του είδους τους ασθενείς και τον τρόπο που σκέπτονται. Θα μπορούσε λοιπόν να χαρακτηρίσει και τους δύο (γιατρό και ασθενή) ανθρώπους με βλακώδη νοοτροπία και κουτοπόνηρο μυαλό. Θα μπορούσαν όμως να αποτελούν και στοιχεία μιας κατάστασης προς βαθύτερη ανάλυση.

Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα στη σκοποβολή του κυνηγετικού όπλου είναι να σπάσει ο σκοπευτής όλους τους δίσκους ενός αγώνα. Όμως ανέκαθεν αυτό δεν ήταν εύκολη υπόθεση (διαφορετικά γιατί να προσπαθούν;) Η πραγματοποίηση αυτού του αποτελέσματος, φυσιολογικά παίρνει χρόνο, σκληρή δουλειά, θυσίες, ταλέντο και ειδική προπόνηση. Όμως όλα αυτά από μόνα τους δεν θα οδηγήσουν τον σκοπευτή στο αποτέλεσμα, χρειάζεται βοήθεια. Αυτή η βοήθεια είναι ένας εξαιρετικός προπονητής, με τον οποίο ο σκοπευτής θα πορευτεί τον μακρύ δρόμο. Ο συνδυασμός όλων αυτών και η έντονη επιθυμία ενός σκοπευτή να προχωρήσει σε πρωταθλητικό επίπεδο, φέρνουν στην επιφάνεια το μεγάλο πρόβλημα που ονομάζεται σκοπευτική αυτοκριτική.

Ελάχιστοι σκοπευτές συνδυάζουν τα ανωτέρω και προχωρούν σε σωστό δρόμο, χωρίς ειδικό προπονητικό πρόγραμμα και την συνεργασία ενός προπονητή.

Το πρόβλημα δεν είναι στα προσόντα και την επιθυμία που έχει κάποιος να σπάσει όλους τους δίσκους, το πρόβλημα είναι στη συνέπεια και την πειθαρχία που διαθέτει. Πολλοί λίγοι από εμάς έχουμε γεννηθεί με το χάρισμα της απόλυτης συνέπειας και της αυστηρής πειθαρχίας. Όμως και να θέλαμε να διαθέτουμε έμφυτα αυτά τα απόλυτα χαρίσματα, ίσως αυτά να μας απομάκρυναν από ένα άλλο ποιοτικό χαρακτηριστικό που εμείς χρειαζόμαστε για την ανάδειξη του προσωπικού ταλέντου σε αυτό που κάνουμε και αυτό είναι η δημιουργικότητα. Βλέπουμε αρκετούς σκοπευτές να ψάχνουν τρόπους για να βελτιωθούν στο άθλημα που κάνουν, υιοθετώντας πολύ μικρές αλλαγές, που απαιτούν μικρή προσπάθεια και μικρό κόστος κάθε φορά που θέλουν να προσεγγίσουν έναν μελλοντικό στόχο. Είναι κάτι που δεν το ενθαρρύνω. Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι τίποτα δεν είναι εύκολο αλλά και όλα γίνονται όταν υπάρχει θέληση. Το skeet , θεωρείται το πλέον προβλέψιμο από τα αθλήματα του κυνηγετικού όπλου, παρόλο που συχνά ταξιδεύει ο σκοπευτής από σκοπευτήριο σε σκοπευτήριο, με διαφορές στο χώρο. Κατά συνέπεια, υπάρχουν κάποιοι παράγοντες που συχνά εμφανίζονται και «συνιστούν» στο πως μπορείς να ρίξεις, στο πώς να κάνεις κάποια αλλαγή στον τρόπο που πρόκειται να ρίξεις και που μπορεί αυτοί οι παράγοντες να αποτελέσουν αιτία διαφοροποίησης της απόδοσης. Τα άλλα σκοπευτικά αθλήματα του κυνηγετικού όπλου, όπως το trap και fitasc- sporting εσκεμμένα εμπεριέχουν διάφορες απρόβλεπτες δυσκολίες, που περιπλέκουν ακόμη περισσότερο τον σκοπευτή. Στην επιτακτική ανάγκη του να είσαι ακριβής σε οτιδήποτε κάνεις για να σπάσεις όλα τα πιάτα σε αυτό που κάνεις, απαιτεί να μάθεις να είσαι ευέλικτος στις καταστάσεις, δημιουργικός και φυσικά μεθοδικός. Ένας πνευματικά «άκαμπτος» και αλαζονικός σκοπευτής, θα έχει πάντα μια κουτοπόνηρη αντιμετώπιση των πραγμάτων και δεν θα έχει την ικανότητα προσαρμογής με άρτιο τρόπο, ώστε να ρίξει με την απαιτούμενη διαφοροποίηση στα συγκεκριμένα μέρη που θα πάει και βέβαια οι περισσότεροι σκοπευτές δεν θα ήθελαν τέτοιους στην παρέα τους. Έτσι λοιπόν, είναι γεγονός ότι η απαίτηση του να είσαι ακριβής στο άθλημα που κάνεις, προϋποθέτει μια νοητή εναρμόνιση με ένα πλήθος διαφορετικών καταστάσεων. Εφόσον δεν μπορείς να έχεις προπονηθεί ή να έχεις προετοιμαστεί για τα πάντα, θα πρέπει να διαθέτεις μια συμπαγή τεχνική βάση στο άθλημά σου, ώστε να είσαι ικανός να αναλύεις καταστάσεις και να μπορείς να τις χρησιμοποιείς για το δικό σου όφελος. Ενώ λοιπόν υπάρχει ιδανικός τρόπος για να επέλθει το επιθυμητό αποτέλεσμα, με όλα τα πιάτα ενός αγώνα, δεν υπάρχει η ικανότητα στους περισσότερους σκοπευτές να πάνε μέχρι το τέλος αυτό που ξεκίνησαν σωστά. Όχι βέβαια ότι δεν κάνουν προσπάθειες γι αυτό, το αντίθετο μάλιστα κάνουν, αλλά προς ποια κατεύθυνση;

Η πλειονότητα των σκοπευτών – για να μην πω όλοι- δεν έχουν προπονητή, δεν θέλουν προπονητή και το χειρότερο, όταν θα απασχολήσουν κάποιο προπονητή, θα το κάνουν για πολύ λίγο χρονικό διάστημα, με την σκέψη να του λύσει ένα συγκεκριμένο πρόβλημα. Ακόμη όμως και σε αυτή την περίπτωση οι συμβουλές του προπονητή μπαίνουν τόσο γρήγορα από το ένα αυτί και βγαίνουν από το άλλο, όσο διαρκεί και η πτήση μέχρι να προσγειωθεί στο έδαφος. Το να δει ο σκοπευτής τη βελτίωση στο πρόβλημά του με ένα ορθολογιστικό τρόπο δεν συνεπάγεται ότι δημιουργεί και την αίσθηση για προσπάθεια εκμάθησης ενός καθ’ ολοκληρίαν νέου τρόπου αντιμετώπισης της κατάστασης εφόσον αυτός προπονείται χωρίς προπονητή. Ασφαλώς δεν θα περίμενε ποτέ κανείς να μάθει ιστιοπλοΐα ή αεροπλοΐα χωρίς διδασκαλία και να περιμένει αποτελέσματα κορυφαίου επιπέδου. Ίσως κατά βάθος αυτός ο άνθρωπος- χωρίς να το παραδέχεται δημοσίως – να γνωρίζει την μεγάλη αλήθεια ότι για να το κάνει αυτό που κάνει σε κορυφαίο επίπεδο πρέπει να το διδαχτεί. Ο δάσκαλος, ο εκπαιδευτής, ο προπονητής αυτός είναι που θα τον οδηγήσει στο σωστό δρόμο, θα παρακολουθεί την πορεία του μέσα σε αυτόν, θα του προσδιορίσει τους στόχους και θα του αναλύσει τους τρόπους επίτευξής τους. Αυτός είναι που θα επισημάνει τα αρνητικά σημεία της πορείας, θα του επιδείξει τρόπους να τα αποφύγει, θα του δημιουργήσει νέα ενδιαφέροντα, που θα αποτελέσουν ένα σοβαρότατο λόγο για να αναπτύξει τις ικανότητές του σε ένα φαινομενικά «ανύπαρκτο» τομέα.

Στην προσπάθειά του όμως ο σκοπευτής ή ο κυνηγός για μια τέτοια ανάλυση, που είναι η βασική αρχή της αυτοκριτικής, αντιβαίνει στην ανθρώπινη φύση του και στον τρόπο, πολλές φορές, που έχει μεγαλώσει. Η σκοποβολή του κυνηγετικού όπλου δεν μοιάζει με τα περισσότερα από τα γνωστά αθλήματα, στα οποία μπορεί μια λάθος κίνηση να διορθωθεί άμεσα από μία άλλη και έτσι να αποτραπεί ένα καταστροφικό αποτέλεσμα. Είναι ένα άθλημα, ειδικά σε επίπεδο πρωταθλητισμού, που δεν συγχωρεί το παραμικρό λάθος. Βλέπεις το αρνητικό αποτέλεσμα, αλλά δεν βλέπεις τα επισυναπτόμενα, δηλ. τις αιτίες που σε οδηγούν σε αυτό και που πάντα έχουν ένα όνομα. Κάποιοι από τους νικητές γνωρίζουν τα ονόματα και τα … μισούν. Είναι γεγονός ότι όλοι γνωρίζουν πως όταν αγωνίζεσαι για πρωταθλητισμό οι ήττες είναι αναπόφευκτες, αλλά όλοι ενοχλούνται από αυτές. Είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης. Αυτό λοιπόν το μέρος της ανθρώπινης φύσης είναι ο λόγος της εμφάνισης του εξεταστικού συνδρόμου, δηλ. της αγωνιστικής έντασης και πίεσης, την οποία μπορεί να την απεύχεται κάποιος και να την επικρίνει, αλλά δεν κάνει αυτό που πρέπει για να την ελέγξει. Ο διάσημος Σ. Φρόιντ έκανε μία εκτεταμένη επισήμανση πάνω στο εξεταστικό σύνδρομο που αναπτύσσει ο άνθρωπος, ονομάζοντας ως παρενέργειες τις επιπτώσεις του. Όμως βρέθηκαν αρκετοί που τον αμφισβήτησαν, σχολιάζοντάς τον ως ένα φροϋδικό ολίσθημα.

Είναι πολλοί εκείνοι που λένε ότι θα κάνουν κάτι, αλλά είναι μόνο «κατ’ ευφημισμόν», διότι στην πραγματικότητα άλλο έχουν στο μυαλό τους κι αυτό που εμφανίζουν στο τέλος είναι διαφορετικό κι από τα δύο!

Το ότι οι σκοπευτές ή οι κυνηγοί δεν θέλουν προπονητή και αυτοκριτική συμβαίνει, γιατί βαθιά μέσα τους είναι ικανοποιημένοι με κάτι που είναι αρκετά λιγότερο από την τελειότητα σε αυτό που κάνουν. Η προεξέχουσα λοιπόν σκέψη είναι ότι ο προπονητής θα βρει αυτό που υπάρχει εκεί μέσα, σε συνάρτηση με τα λάθη και τις αδυναμίες τους, θα τους γνωρίσει καλά και αυτό θα τους κάνει να νιώσουν κάποιες φορές άβολα μπροστά σε άλλους σκοπευτές. Το να ξεπεράσει λοιπόν κανείς αυτό το «δικό του» οδόφραγμα δεν είναι εύκολο πράγμα. Ακόμη και αυτοί που αποφασίζουν κάποια στιγμή να ζητήσουν προπονητική καθοδήγηση, το κάνουν σε περιστασιακή βάση, διότι έχουν κάποιο πρόβλημα που τους ταλανίζει και δεν βρίσκουν μόνοι τους τη λύση. Αυτό αντί να το δουν με την φυσικότητα που τους αρμόζει, το βλέπουν σαν προσωπικό ξεπεσμό.

Συνεχίζεται…