Η ΣΩΣΤΗ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΤΩΝ ΣΚΑΓΙΩΝ ΑΝΑΛΟΓΩΣ ΤΟΥ ΘΗΡΑΜΑΤΟΣ – Μέρος B’


DSC00125Σ’ αυτό το τεύχος ολοκληρώνεται το αφιέρωμα στη χρησιμότητα του μεγέθους των σκαγιών και της σωστής επιλογής τους ανάλογα με το θήραμα.

Τα σκάγια ως γνωστόν μαζί με τη πυρίτιδα αποτελούν βασικά στοιχεία του φυσιγγίου γιατί προορίζονται να πλήξουν το θήραμα και να το καταβάλλουν γι’ αυτό πρέπει ν’ ανταποκρίνονται σ’ ορισμένες χαρακτηριστικές ιδιότητες. Τα σκάγια πρέπει να είναι απολύτως σφαιρικά, της ίδιας διαμέτρου και πολύ καλά λειασμένα. Η σφαιρικότητα και η λείανση είναι σημαντικοί παράγοντες για να εκτίθεται το σκάγι όσο το δυνατόν λιγότερο σε τριβή και αντίσταση του αέρα. Επίσης πρέπει να παρουσιάζουν συγκεκριμένη σκληρότητα για να μην παραμορφώνονται και επιπλέον είναι ανάγκη να έχουν κάποιο ειδικό βάρος τέτοιο που να μπορούν να διατηρούν κατεύθυνση, ταχύτητα και ενέργεια. Στο πρώτο μέρος αναφέρθηκα στην ύπαρξη σκαγιών, σε χοντρά κυρίως νούμερα, από κράμα σιδήρου ή αλλιώς ατσάλινα (STEEL SHOT), σε σκάγια από βισμούθιο (BISMUTH) και τα πιο σύγχρονα σκάγια από Τουγκστένιο (TUNGSTEN).

Τα δύο τελευταία είναι πολύ ακριβά υλικά, χρησιμοποιούνται δε από συγκεκριμένες βιομηχανίες σε χοντρά νούμερα μόνο (Νο. 2,4,6 κλπ.) για συγκεκριμένα θηράματα. Πλησιάζουν κατά πολύ το ειδικό βάρος των μολύβδινων σκαγιών και η παραμόρφωσή τους είναι ανύπαρκτη.

Τα ατσάλινα σκάγια (STEEL SHOT) παράγονται σε μεγάλη γκάμα νούμερων που καλύπτουν και τους οπαδούς των χοντρών αλλά και των ψιλών σκαγιών. Το μόνο αρνητικό τους είναι ότι παρουσιάζουν προβλήματα στη διατήρηση της κινητικής τους ενέργειας σε μεγαλύτερες αποστάσεις.

Δεδομένου ότι η ενέργεια ενός σκαγιού και άρα η φονική ισχύς του, εξαρτάται από το βάρος του και την ταχύτητά του και δεδομένου ότι τα μολύβδινα σκάγια έχουν μεγαλύτερη επιφάνεια και απ’ τα δύο, αυτά τα σκάγια θα χτυπήσουν το στόχο (θήραμα) με μεγαλύτερη ενέργεια από τα ατσάλινα. Όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση τόσο μεγαλύτερα είναι τα πλεονεκτήματα του μολύβδου. Μία μερική λύση του προβλήματος είναι να χρησιμοποιήσει κάποιος ατσάλινο σκάγι δύο νούμερα μεγαλύτερο από το αντίστοιχο που θα χρησιμοποιούσε σε μολύβδινο (δηλ. αντί μολύβδινα Ν. 6 ατσάλινα Ν.4). Εκεί που όμως καλυπτόμαστε μερικώς από το θέμα ενέργειας, μειονεκτούμε στο θέμα της ποσότητας των σκαγιών που πλέον λιγοστεύουν. Πλήρη κάλυψη βέβαια έχουμε στο θέμα της διατήρησης της σφαιρικότητας και της μείωσης των παραμορφωμένων σκαγιών.

Να επιστρέψουμε όμως στη σωστή επιλογή των μολύβδινων σκαγιών που εμάς στην Ελλάδα μας ενδιαφέρει περισσότερο και να τονίσουμε το εξής: Στην πράξη θα μας έχει συμβεί πολλές φορές να πυροβολήσουμε ένα θήραμα από μεγαλύτερες αποστάσεις από εκείνες που αρχικά υπολογίζαμε. Επίσης είναι δυνατόν να πυροβολήσουμε από διάφορες αποστάσεις θηράματα των οποίων το είδος θα αναγνωρίσουμε τη τελευταία στιγμή. Π.χ. στο καρτέρι της τσίχλας εμφανίζεται ξαφνικά μια φάσα, στο ψάξιμο για πέρδικες πετάγεται ξαφνικά λαγός, κ.λ.π. Περιπτώσεις τέτοιες δεν είναι σπάνιες και μπορούν να συμβούν στον καθένα. Γι αυτό πρέπει να χρησιμοποιούμε στη δεξιά μας κάννη (στην κάτω του σούπερ ποζέ) το σωστό νούμερο για θήραμα που κυνηγάμε, ενώ στην αριστερή (την πάνω του σούπερ ποζέ) λίγο πιο χοντρό νούμερο από αυτό της δεξιάς. Για όσους κατέχουν αυτογεμή (καραμπίνες) το πρώτο και το δεύτερο στο σωστό νούμερο και το τρίο πιο χοντρό. Αυτό που πολλές φορές αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην επιλογή των χοντρών ή των ψιλών σκαγιών είναι και το πεδίο κυνηγίου (τερραίν). Στο πυκνό και σε βολές κοντινών αποστάσεων απαιτείται ανοικτή τουφεκιά που επιτυγχάνεται ευχερώς από τα ψιλά σκάγια, ενώ στην ανοικτή πεδιάδα όπου οι βολές συνήθως γίνονται σε μεσαίες και μακρινές αποστάσεις χρειαζόμαστε μεγαλύτερης διαμέτρου σκάγια για διατήρηση της κινητικής ενέργειας, σε συνάρτηση πάντα με το θήραμα που κυνηγάμε.

Σ’ αυτό το σημείο, πρέπει να επισημάνουμε ότι το νούμερο των σκαγιών που πρέπει να χρησιμοποιείται για κάθε θήραμα είναι σχετικό του μεγέθους του θηράματος. Κατά μέσο όρο τα σκάγια πρέπει να αντιστοιχούν στο ένα προς πέντε χιλιάδες του βάρους του πυροβολημένου ζώου ή πουλιού. Αυτό βέβαια εννοείται ότι ισχύει για βολές σε κανονικές αποστάσεις. Τα σκάγια λοιπόν τα οποία αντιστοιχούν στο 1 προς 5.000 του βάρους του πυροβολημένου θηράματος και εφ’ όσον θα πλήξουν αυτό στο σημείο βολής με ταχύτητα πάνω από 170 μ. το δευτερόλεπτο, θα το καταβάλλουν επί τόπου. Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια είναι τετραπλό τραύμα πάνω στο πουλί, διότι αν βληθεί μόνο με ένα σκάγι θα προκληθεί ισχυρή διείσδυση στο σώμα, αλλά δεν εξασφαλίζεται η άμεση καταβολή του αν δεν βληθεί σε ζωτικό σημείο.

Παραθέτω ένα πίνακα ενδεικτικό των κατάλληλων σκαγιών για το κάθε είδος των θηραμάτων καθώς και της απόστασης μέχρι της οποίας δύναται να επιτευχθεί το θανατηφόρο αποτέλεσμα.

Νούμερο σκαγιών Θήραμα Απόσταση σε μέτρα
9,10, 11 Ορτύκια, τσίχλες, σιταράδες 35
7, 8, 9 μπεκάτσες, τρυγόνια, μπεκατσίνια 40
5, 6, 7 φάσα, πέρδικα, φασιανός 40
2, 3 ,4 λαγός 45
4, 5 , 6 πάπια 40
ΒΒ,   1, 2 αλεπού, αγριόχηνα 45

Στην πράξη το πλεονέκτημα του τετραπλού τραύματος φαίνεται χαρακτηριστικά, δεδομένου ότι κάθε χτύπημα (τραύμα) αντιπροσωπεύει και μια ορισμένη τιμή σε κινητική ενέργεια (σε χιλιογραμμόμετρα).

Είναι γνωστό ότι η αποτελεσματική ενέργεια είναι όπως και η αρχική ταχύτητα, δηλαδή όσο μικρότερο είναι το σκάγι τόσο μικρότερη και ασθενή είναι. Αρκεί να αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός “αργού” σχετικά φυσιγγίου Ν. 6, με αρχική ταχύτητα 375 μ./δευτερόλεπτο, το οποίο δίνει αποτελεσματική ενέργεια Ε = 0,305 χιλιογραμμόμετρα, ενώ το ίδιο η ενέργεια σ’ ένα φυσίγγι με σκάγια Νο 8 είναι 0,140 χιλιογραμμόμετρα. Από αυτό διαπιστώνεται, ότι σε μια επιφάνεια 10Χ10 η συνολική κρούση είναι πολύ πιο ισχυρή με το σκάγι Ν. 6 παρά με το Ν. 8 σε τετραπλό τραύμα.

Θα πρέπει να γίνει μεγάλη αύξηση της ποσότητας των σκαγιών μέσα σε εκείνη την επιφάνεια για να καλυφθεί σε ενέργεια η αδυναμία του ψιλότερου σκαγιού. Το ότι πολλοί θα αντιταχθούν εδώ, καθώς και σε άλλα σημεία της ανάλυσης, το βαθμό τσοκαρίσματος που θα δώσει πυκνότητα δέσμης είναι αναμενόμενο. Όμως όπως θα διαπιστώσατε και στο α’ μέρος του άρθρου, αποφύγαμε την εμπλοκή των τσοκαρισμάτων, ώστε να διαφανούν ευκρινέστερα τα προτερήματα και οι ιδιότητες των ψιλών και χοντρών σκαγιών.

Άλλωστε, το αντικείμενο ήταν μόνο τα σκάγια και οι οπαδοί τους. Αυτό που πρέπει να μας προβληματίζει είναι ίσως η ύπαρξη -αν ήταν δυνατή- μόνο δύο νούμερων σκαγιών. Το λέω αυτό, γιατί αρκετοί κυνηγοί με ρωτούν τι θα μπορούσαν να επιλέξουν από μέγεθος σκαγιών, ώστε να μην κουβαλάνε άσκοπα μαζί τους διαφορετικά νούμερα. Πραγματικά αυτό μπορεί να γίνει, ώστε να μπορεί κάποιος να πηγαίνει στο κυνήγι του για το θήραμα που έχει επιλέξει, χωρίς να χρειάζεται δύο και τρία διαφορετικά νούμερα για το συγκεκριμένο θήραμα. Πιστεύω προσωπικά, ότι αν θα υπήρχε περίπτωση να επιλέξει κάποιος μόνο δύο νούμερα σκαγιών για όλη τη κυνηγετική περίοδο αυτά που θα τον κάλυπταν στις περισσότερες των περιπτώσεων και για τα περισσότερα από τα επιτρεπόμενα θηράματα είναι το Ν.4 (διαμ. 3,25 χιλ.) και για το Ν. 7 1/2 (διαμ. 2,40 χιλ.). Ειδικά για το δεύτερο θέλω να τονίσω, ότι τα περισσότερα φυσίγγια Ελληνικής κατασκευής με Ν. 7 σκάγια στη πραγματικότητα περιέχουν Ν. 7 1/2 σκάγια. Αυτό γιατί τα σκάγια που παράγονται στη χώρα μας με Ν. 7 έχουν διάμετρο 2,4 χιλ., που ισοδυναμεί με το Αμερικάνικο Ν. 71/2 , αφού η ακριβής διάσταση του Ν. 7 είναι 2,50 χιλ. Φυσικά αυτό όχι ότι διαφοροποιεί την επιλογή μας για ένα καλό Ελληνικό φυσίγγιο Ν. 7, απεναντίας την ενισχύει, αφού στην πραγματικότητα χρησιμοποιούμε Ν. 71/2. Το συγκεκριμένο μάλιστα Αμερικάνικο Ν. 7 1/2 (2,40 χιλ.) έχει δικαιώσει πολλούς κυνηγούς για την επιλογή τους στη χώρα μας, στο εξωτερικό, αλλά και εμένα προσωπικά σε πέρδικες, φάσες, φασιανούς, μπεκάτσες, μπεκατσίνια, τρυγόνια και τσίχλες.

Όσον αφορά τα φυσίγγια που υπάρχουν στο εμπόριο και είναι γεμισμένα με δύο διαφορετικά νούμερα σκαγιών (π.χ. 2 Χ 6 ή 8 Χ 10 ή ΒΒ Χ 4, δηλαδή Ν. 2 με Ν. 6 ή Ν. 8 με Ν. 10 κλπ.) ήταν μια καινοτομία που πρώτη εμφάνισε η Αμερικανική βιομηχανία REMINGTON στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Αυτά τα φυσίγγια ήταν μόνο σε χοντρά νούμερα ( ΒΒ Χ 4 και 2 Χ 6) κι είχαν μια συγκεκριμένη αποστολή. Αυτός ήταν ο λόγος που η γόμωση χωριζόταν σε δύο ίσα βάρη σκαγιών κι έμπαιναν στο φυσίγγι, πρώτα τα ψιλά και μετά -από πάνω- τα χοντρά. Με αυτόν τον τρόπο τα μεγάλα και βαρύτερα “έσκιζαν” τον αέρα, αφού διατηρούσαν μεγαλύτερη κινητική ενέργεια και πίσω ακολουθούσαν τα μικρότερα και ελαφρύτερα, συμπληρώνοντας τα κενά των μεγάλων, χωρίς να εκτρέπονται από την αντίσταση του αέρα.

Τα φυσίγγια αυτού του είδους είναι πολύ χρήσιμα ειδικά στο κυνήγι των υδροβίων σε μακρινές αποστάσεις. Αυτός ήταν και ο λόγος που ακόμα διατίθενται σε χοντρά νούμερα. Εάν τα δύο νούμερα έμπαιναν “ανακατεμένα” μέσα στο φυσίγγι και όχι σε δύο στοιβάδες πάνω και κάτω, δεν θα είχαν καμία χρησιμότητα. Το πόσο μελετημένη και δοκιμασμένη ήταν η απόδοσή τους, ιδίως το ΒΒ Χ 4 δηλαδή Ν. ΒΒ (διαμ. 4.5 χιλ.) με Ν. 4 (διαμ. 3,30 χιλ.) ήταν που ενώ πρώτα η κατασκευή τους ήταν με ατσάλινα σκάγια (STEEL SHOT), διατέθηκαν και σε επιχαλκωμένα με κόκκους πολυαιθυλενίου ανάμεσά τους, για μείωση ακόμη περισσότερο των παραμορφώσεων, ώστε να χρησιμοποιηθούν και σε άλλα θηράματα μακρινών αποστάσεων, εκτός των υδροβίων.

Σαν επίλογο, θα ήθελα να θέσω ένα προβληματισμό προς όλους εκείνους που έχουν στο κυνηγετικό τους ντουλάπι φυσίγγια μαζεμένα από όλα τα νούμερα που κυκλοφορούν στην αγορά μας. Και ερωτώ: αν κάποιοι ήταν υποχρεωμένοι να διαλέξουν όχι δύο, αλλά ένα μόνο νούμερο σκαγιών, σε διαφορετικές όμως γομώσεις, από τις ελαφρύτερες μέχρι τις βαρύτερες, ποια θα ήταν η επιλογή τους;

Με εξαίρεση βέβαια τους γουρουνοκυνηγούς που έχουν ευκολότερη επιλογή ανάμεσα σε σεβροτίνες ή μονόβολα, αλήθεια, εσείς ποιο θα επιλέγατε;