Έχω γράψει και παλαιότερα για τις διαστάσεις του κοντακίου και πόσο σημαντικές είναι για την σωστή εφαρμογή του όπλου στο σώμα μας. Επίσης, πολλές φορές σε απαντήσεις επιστολών έχω αναλύσει τη χρησιμότητα των κλίσεων που διαθέτει ένα κοντάκι και το πόσο θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για το ύψος της βολής του όπλου μας. Νομίζω όμως ότι έφθασε η ώρα να αναφερθούμε και στο στοιχείο της παρέκκλισης του κοντακίου, που στην οπλοτεχνία είναι γνωστή με δύο όρους cast-off, δηλαδή παρέκκλιση προς τα έξω και cast-on, δηλαδή παρέκκλιση προς τα μέσα. Για να απλουστεύσουμε ακόμη περισσότερο την αναφορά μας στην παρέκκλιση θα πρέπει να εξηγήσουμε γιατί λέμε παρέκκλιση «προς τα έξω» και «προς τα μέσα». Η παρέκκλιση «προς τα έξω» (cast-off) είναι φανερή όταν παρατηρήσουμε την ευθεία της σκοπευτικής γραμμής στη ρίγα του όπλου, να προεκτείνεται νοητά πάνω από την ράχη του κοντακίου κι εκείνο να δείχνει ότι βγαίνει προς τα αριστερά. Αντιθέτως η «προς τα μέσα» (cast-on) παρέκκλιση είναι όταν βλέπουμε το κοντάκι να βγαίνει προς τα δεξιά. Εννοείται βέβαια ότι η παρατήρηση της νοητής προέκτασης της σκοπευτικής γραμμής γίνεται με το όπλο κλειστό, αν πρόκειται για δίκαννο, με τις κάννες στραμμένες προς το στήθος μας (φυσικά έχουμε σιγουρευτεί ότι είναι άδειο). Με τον ίδιο τρόπο παρατηρούμε και το κοντάκι ενός αυτογεμούς (καραμπίνα) αλλά με το κλείστρο πάντοτε ανοικτό. Μερικοί αρέσκονται να κάνουν την παρατήρηση με το όπλο γυρισμένο ανάποδα, δηλ. παίρνουν την ευθεία από την κάτω πλευρά της κάννης προς την κάτω πλευρά του κοντακίου, όμως αυτό δείχνει την παρέκκλιση στο κάτω μέρος του πέλματος που είναι ήσσονος σημασίας σε σχέση με την πάνω που περιέγραψα. Μην ξεχνάτε ότι δεν ντουφεκίζουμε με το όπλο ανάποδα. Ντουφεκίζουμε με το όπλο στην κανονική του θέση, με το μάγουλο και το ζυγωματικό να ακουμπάει στην πάνω πλευρά (τη ράχη) του κοντακίου. Απλώς το κάνουν γιατί στην από κάτω πλευρά είναι πιο εμφανής η διάσταση της παρέκκλισης, όταν μάλιστα αυτή δεν είναι τόσο μεγάλη σε σχέση με την πάνω πλευρά, όπου χρειάζεται ένα πολύ έμπειρο μάτι για να την δει.
Υπάρχουν βέβαια και τα ίσια κοντάκια χωρίς καθόλου παρέκκλιση, αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό στοιχείο των αμερικάνικης κατασκευής όπλων ή εκείνων των όπλων που προορίζονται για την αμερικάνικη αγορά. Η εξήγηση σ’ αυτό είναι ότι το ίσιο κοντάκι μπορεί να επωμιστεί χωρίς δυσκολία ή ιδιαίτερη τροποποίηση από αριστεροεπωμίζοντες και δεξιοεπωμίζοντες, ενώ αν έχει παρέκκλιση cast-off μπορεί να επωμιστεί μόνο από τους δεξιοεπωμίζοντες και αντιθέτως αν έχει cast-on μόνο από αριστεροεπωμίζοντες. Όλοι σχεδόν οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές όπλων, δίνουν στα κοντάκια μια παρέκκλιση μικρή ή μεγάλη προς τα μέσα ή προς τα έξω στα δίκαννα κυρίως, ενώ στα αυτογεμή σύγχρονης κατασκευής, το θέμα της παρέκκλισης μπορεί εύκολα να τροποποιηθεί με τις φλάντζες που μπαίνουν μεταξύ βάσης και κοντακίου και συνοδεύουν το αυτογεμές μέσα στο κουτί του κατασκευαστή. Στα δίκαννα (σούπερποζέ ή πλαγιόκαννα) αν η υπάρχουσα παρέκκλιση είναι ακατάλληλη για την πλευρά που επωμίζουμε, δηλαδή χρειαζόμαστε cast-on, ενώ το όπλο που αγοράσαμε έχει cast-off, τότε τα πράγματα δυσκολεύουν και χρειάζεται επέμβαση εξειδικευμένου οπλουργού. Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ένα κοντάκι δίκαννου με cast-off ταιριάζει μόνο σε όποιον επωμίζει από δεξιά κι ένα κοντάκι με cast-on για όποιον επωμίζει από αριστερά. Αν τώρα βρισκόμαστε στη δυσάρεστη θέση να επωμίζουμε από αριστερά και το κοντάκι του όπλου, που μόλις αγοράσαμε γεμάτοι χαρά, διαπιστώσαμε ότι έχει παρέκκλιση cast-off, τότε θα πρέπει να το πάμε για να του γίνει αντίθετη παρέκκλιση, δηλαδή cast-on, γιατί αν δεν γίνει αυτό, τότε κάθε φορά που εμείς θα το επωμίζουμε, το κυρίαρχο μάτι, δηλαδή αυτό που προορίζεται να βρίσκεται στην σκοπευτική γραμμή (την ευθεία της ρίγας) δεν θα βρίσκεται εκεί. Θα βρίσκεται στην εσωτερική πλευρά της σκοπευτικής γραμμής, δηλαδή στο πλάι της ρίγας, συνεπώς αλλού εκείνος θα σημαδεύει (με τα δύο μάτια ανοικτά) κι αλλού το όπλο θα ρίχνει. Έχοντας λοιπόν σαν απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία ότι όπου βλέπουν τα μάτια μου πρέπει να κατευθύνεται και η βολή μου, θα πρέπει να εξετάσουμε οπωσδήποτε το στοιχείο της παρέκκλισης στο όπλο που θα χρησιμοποιήσουμε στο κυνήγι ή στο σκοπευτήριο. Μην ξεχνάτε ποτέ τη σοφή ρήση «οι κάννες βάλλουν, αλλά το κοντάκι επιτυγχάνει». Το πόσο παρέκκλιση χρειάζεται κάποιος στο κοντάκι του δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί, αν δεν δούμε τον σωματότυπο του κυνηγού ή του σκοπευτή και δεν τον δούμε με τι τρόπο επωμίζει (βασικό αυτό). Αν τον δούμε πως επωμίζει με το όπλο του κι επαναλαμβάνει την ίδια επώμιση κάθε φορά – είναι ιδιαίτερα σημαντικό να βγάζει κάποιος συνεχώς την ίδια επώμιση τότε, βλέποντας και την σωματική διάπλαση στα σημεία επαφής του κοντακίου (δελτοειδή μυ και ζυγωματικό) μπορούμε να αποφανθούμε με σιγουριά για το πόσα χιλιοστά παρέκκλισης χρειάζεται στο πάνω και κάτω μέρος του κοντακίου του. Ακόμη και μετά από αυτό θα πρέπει η τροποποίηση να μην είναι μόνιμη μέχρι να το ρίξει το κοντάκι ο κυνηγός ή ο σκοπευτής και να πει πώς νιώθει με αυτές τις διαστάσεις στην παρέκκλιση. Ενδεχομένως να χρειάζεται λίγο ακόμη ή λιγότερο από αυτό που ήδη βάλαμε και να θέλει την τελευταία και οριστική τροποποίηση. Το θέμα αυτό είναι ιδιαίτερα λεπτό, διότι στα δίκαννα, η διαδικασία της απόλυτης εφαρμογής του κοντακίου στο σώμα είναι πολύ πιο περίπλοκη από το κοντάκι ενός αυτογεμούς (καραμπίνας). Αυτή βέβαια η διαδικασία της παρέκκλισης του κοντακίου ενός όπλου γίνεται μια φορά και γι αυτό φροντίζουμε να γίνει σωστά για να μην μας «τρώει» συνεχώς η αμφιβολία ότι η αιτία των αστοχιών μας μπορεί να οφείλεται και στο κοντάκι μας. Θυμάμαι όταν πριν από δύο χρόνια πήγα στον καλύτερο κοντακά που έχω συναντήσει μέχρι σήμερα, σε ένα μικρό εργαστήριο στο χωριό Gardone Val Trompia της βόρειας Ιταλίας και μου έφτιαξε ένα κοντάκι πάνω μου, κατόπιν δικών μου οδηγιών και προσωπικών απαιτήσεων, έμεινα επί τρεις ημέρες στο εργαστήριό του κάνοντας αμέτρητες επωμίσεις στο κοντάκι που σιγά-σιγά διαμορφωνόταν. Αυτό όμως γίνεται μία φορά και αυτή η υπόθεση «κοντάκι» κλείνει οριστικά. Δεν επανερχόμαστε σε αυτή την υπόθεση και δεν πουλάμε ποτέ το όπλο αυτό, έστω κι αν μας κλείνουν φυλακή για χρέη! Γιατί ξέρω πολλούς που έκαναν το λάθος αυτό και δεν είχαν την ευφυΐα να κρατήσουν το κοντάκι που έφτιαξαν στα μέτρα τους, πουλώντας το όπλο με το κοντάκι του εργοστασίου και το μετανιώνουν μια ολόκληρη ζωή. Γιατί έχασαν τα ίχνη του αγοραστή ή αυτός δεν τους το ξαναπουλάει με τίποτα. Για να μην φθάσουμε σε αυτή την δυσάρεστη θέση λοιπόν είναι καλό το κοντάκι που ταιριάζει στο σώμα μας και στον τρόπο που εμείς επωμίζουμε να μην το αποχωριζόμαστε ποτέ. Εδώ όμως θα σκεφτεί κάποιος «και πού ξέρω εγώ, αν το κοντάκι του όπλου που αγόρασα μου ταιριάζει, ή αυτού του όπλου που ήδη έχω το κοντάκι του είναι σωστό πάνω μου;
Όπως λοιπόν προανέφερα, θα πρέπει κάποιος που έχει σπουδάσει το θέμα της σωστής επώμισης και εφαρμογής του κοντακίου στο σώμα, να σας δει και να αποφανθεί για το πόσο παρέκκλιση χρειάζεται ο σωματότυπός σας. Κατόπιν ο κυνηγός ή ο σκοπευτής θα πάει στον οπλουργό, που με τις τεχνικές γνώσεις που οφείλει να διαθέτει, θα δώσει τα χιλιοστά παρέκκλισης που απαιτούνται στο κοντάκι. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση, η γνωμάτευση και η απόφαση για το αν χρειάζεται η «εγχείρηση» είναι δουλειά ενός δασκάλου κυνηγετικής σκοποβολής και όχι ο οπλουργού. Αυτό τουλάχιστον γίνεται στις προηγμένες χώρες, κυνηγετικής και σκοπευτικής αγωγής όπως η Αγγλία, Γερμανία, Αμερική, κ.λ.π. Ο ειδικός για τις γνωματεύσεις που αφορούν το κεφάλαιο «gun-fitting» είναι ο δάσκαλος. Εκείνος δίνει τις οδηγίες και την συνταγή προς τον οπλουργό για να κάνει πλέον εκείνος τις τροποποιήσεις. Όπως ο φαρμακοποιός εκτελεί την συνταγή και ενεργεί βάση των οδηγιών του γιατρού για την θεραπεία, αυτή πρέπει να είναι και η αρμοδιότητα του οπλουργού. Ο «φαρμακοποιός» σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντικαθιστά τον «γιατρό» όχι μόνο γιατί οι συνέπειες αυτής της επιπολαιότητας μετατρέπουν τον «ασθενή» σε πειραματόζωο, αλλά γιατί απλά ο «φαρμακοποιός» δεν είναι «γιατρός»!